Η πρώτη σκουντιά
Τα 11-12 μου χρόνια ήταν μια πολύ άβολη περίοδος για μένα. Η παιδική ηλικία ήταν πίσω μου. Αυτός ο ροζ κόσμος που μπορείς να λες και να κάνεις το οτιδήποτε χωρίς επιπτώσεις.
Από την μια μεριά, όλες μου οι ορμόνες με έσπρωχναν μπροστά, προς την ενήλικη ζωή. Από την άλλη, έβλεπα ένα τραίνο να έρχεται καταπάνω μου και σκεφτόμουν, που πας ρε Καραμήτρο;
Οι μεγάλοι (μαζί και οι γονείς μου) με αντιμετώπιζαν σαν παιδί-θαύμα, έδειχναν λίγο δέος απέναντι μου. Τόσο για εσωτερικούς όσο και για εξωτερικούς λόγους.
Εν μέρει, ήταν δικαιολογημένο. Όντως δεν ήμουν σαν τα άλλα 11-12χρονα.
Πρώτος στα μαθήματα και μάλιστα χωρίς να διαβάζω. Διάβαζα / ρούφαγα δεκάδες εξωσχολικά βιβλία και έβγαζα δικά μου - ανορθόδοξα - συμπεράσματα. Π.χ. ήμουν ήδη άθεος και ήξερα ακριβώς το γιατί. Επίσης ένιωθα άπατρις και πολίτης του κόσμου (στα 11 μου αυτό ήταν ανερμάτιστο). Εκ των υστέρων, ξέρω ότι καταλάβαινα το 1/10 από όσα διάβαζα. Αλλά αυτό δεν με εμπόδιζε τότε από το να κάνω σκέψεις.
Σε πρακτικό επίπεδο, έφτιαχνα πράγματα με τα χέρια μου και χρησιμοποιούσα εμπειρικά κανόνες ναυπηγικής και αντοχής υλικών. Την θεωρία την έμαθα 10 χρόνια αργότερα στο Πολυτεχνείο.
Ταυτόχρονα, είχα πολύ πρόωρη ανάπτυξη. Σήμερα, σαν ενήλικας, η εμφάνιση μου, ο σωματότυπος μου δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο. Αλλά αυτόν τον σωματότυπο τον είχα αποκτήσει ήδη στα 11 μου. Οπότε για τους συνομήλικους μου ήμουν κάτι ανάμεσα σε Γκοτζίλλα και Κινκ Κονγκ. Στους περισσότερους ενήλικες - τους αρσενικούς - έριχνα ήδη από τότε μισό έως ένα κεφάλι.
Οπότε ήταν λογικό να με αντιμετωπίζουν σαν ούφο. Ένα θεόρατο ατσούμπαλο αγόρι που μπορούσε να κατασκευάζει πράγματα που κανένας δεν κατανοούσε. Που διάβαζε Αριστοτέλη, Παπαδιαμάντη και Καζαντζάκη. Οκ, καταλάβαινε ένα ελαχιστότατο κλάσμα από αυτά. Αλλά οι άλλοι - μικροί και μεγάλοι - δεν καταλάβαιναν ούτε αυτό το κλάσμα.
Όλα αυτά τα κουλά συνδυάζονταν με μια πρωτοφανή χαζομάρα και ανικανότητα σε απλά πραγματάκια της καθημερινής ζωής. Π.χ. δεν ήξερα ότι για να περάσω απέναντι έπρεπε να ανάψει το φανάρι των πεζών πράσινο. Δεν ήξερα ότι τα περίπτερα πουλάνε σοκολάτες και δεν ήξερα τι αξία έχουν 3 ευρώ (οκ, τότε ήταν ακόμα δραχμές). Δεν ήξερα να φέρομαι, ούτε το πως πρέπει να μιλάω σε άλλους κ.ο.κ. Μηδέν κοινωνικοποίηση. Σε ότι αφορούσε την απλή καθημερινότητα, έλεγα και έκανα διαρκώς μαλακίες. Που τις καταλάβαινα εκ των υστέρων και ένιωθα ντροπιασμένος, ρεζίλι.
Από την μια ο Καζαντζάκης και οι πολύπλοκες κατασκευές, από την άλλη έπρεπε να με πιάσει κάποιος από το χέρι για να με περάσει στο απέναντι πεζοδρόμιο. Μύλος...
* * * *
Αντίθετα
με μένα, οι γονείς μου ήταν κοινωνικοί άνθρωποι. Ήταν λοιπόν κάτι
συνηθισμένο να βρίσκομαι συχνά σε γλέντια - μια αφορμή την εύρισκαν
πάντα. Από αυτά τα τυπικά ελληνικά γλέντια, όπου μαζεύονται 40 άτομα,
όλοι τα οργανώνουν όλα - ταυτόχρονα - την τελευταία στιγμή, φωνάζουν σαν
να ήταν 90 άτομα, τρώνε σαν να ήταν 120, γελάνε, χορεύουν και στο τέλος
παίρνουν και τάπερ για το σπίτι ;-)
Ήμουν λοιπόν 11,5 χρονών και ήταν Κυριακή του Πάσχα. Σε γλέντι φυσικά.
Το εξέχον πρόσωπο στο γλέντι δεν ήμουν εγώ, ήταν ο γιός ενός από τους διοργανωτές. Είχε φύγει για σπουδές στην Αγγλία και βρίσκονταν τώρα στην Ελλάδα για διακοπές, μαζί με την Αγγλίδα κοπέλα του. Ένα ζευγάρι 20-21χρονων.
Οι γονείς του καμάρωναν για τον γιο που έβγαλαν - κοτζαμ μέλλων πτυχιούχος από την Αγγλία. Οι καλεσμένοι καμάρωναν - και μάλλον ζήλευαν - τον έλληνα παίδαρο που βρήκε αγγλίδα γυναίκα. Ο ίδιος καμάρωνε γενικώς για όλα.
Η κοπέλλα ήταν πολύ συνεσταλμένη. Χαμογελούσε πολύ προς όλους, αλλά δεν μίλαγε καθόλου. Λογικό. Η ίδια δεν ήξερε ούτε λέξη ελληνικά. Βρίσκονταν σε έναν κόσμο εντελώς άγνωστο, καινούργιο και λίγο εξωτικό.
Κανένας - εκτός από το αγόρι της - δεν ήξερε ούτε μια λέξη αγγλικά. Όλοι φώναζαν όλοι μαζί ότι τους κατέβει, την χτύπαγαν στην πλάτη χωρίς να την ρωτήσουν, γέλαγαν μπροστά της την ώρα που έτρωγαν, με γεμάτο στόμα. Χωρίς αυτή να καταλαβαίνει το γιατί γελάνε όλοι αυτοί.
Όλος αυτός ο καμβάς της ευτυχίας και του γλεντιού είχε βαθιές ρωγμές και τις είδα εκείνη την ημέρα πρώτο χέρι.
Πρώτες και καλύτερες οι γυναίκες. Εκμεταλλευόμενες το ότι η κοπέλλα δεν ήξερε την γλώσσα, κουτσομπόλευαν ασταμάτητα. Πως είναι έτσι το δέρμα της, τα μαλλιά της, το φόρεμα της; Γιατί κινείται έτσι, γιατί γέλασε τώρα, τι βλάχους έχει εκεί στην Αγγλία για οικογένεια; (γιατί όπως όλοι ξέρουμε, αν δεν είσαι έλληνας δεν ξέρεις να ζεις). Φαρμάκι, ζήλεια και μοχθηρία στα κρυφά, ενώ στα φανερά γελάμε, χτυπάμε στην πλάτη και δίνουμε φιλάκια.
Εγώ περνούσα απαρατήρητος μέσα σε όλο αυτό το τζέρτζελο - παρά το γκοτζιλικών διαστάσεων παρουσιαστικό μου. Ήμουν ευχαριστημένος που δεν χρειάζονταν να πω ή να κάνω το οτιδήποτε, μόνο να τρώω. Συμπτωματικά καθόμουν απέναντι ακριβώς από το ζευγάρι και παρατηρούσα.
Όπως γίνεται πάντα σε τέτοια γλέντια, τα πιάτα με τους μεζέδες πηγαινοέρχονταν - μαζί με την απαραίτητη οχλαγωγία - στο τραπέζι. Τυπικά ήταν μεν Πάσχα και όλοι γιόρταζαν, αλλά το ζευγάρι είχε την τιμητική παρουσία. Οπότε οι καλύτεροι μεζέδες πήγαιναν πρώτα σε αυτούς.
Η κοπέλλα δοκίμαζε πολύ λίγο, από πολύ λίγα πιάτα. Στα περισσότερα κούναγε αρνητικά το κεφάλι, χαμογελώντας. Κάποια στιγμή, ακούστηκε η λέξη "βήγκαν". Κανένας δεν ήξερε τι σημαίνει αυτή η λέξη.
Το μόνο που κατάλαβαν όλοι ήταν ότι βήγκαν = μια ακατάδεχτη που δεν ξέρει να ζει και περιφρονεί τους μεζέδες μας. Ιδίως, αυτούς που έχουν κρέας μέσα.
Ώσπου έφτασε το τυπικό πασχαλινό αρνί στην σούβλα. Άκουσα πίσω μου ένα μισόλογο "πρόσεξε να δεις τι έχει να γίνει τώρα". Ήταν δλδ προσχεδιασμένο.
Πριν καταλάβω το τι λένε και γιατί, έσκασε το αρνί ολόκληρο, με ανοιγμένο το κεφάλι ακριβώς μπροστά στην κοπέλα. Να φαίνεται το μυαλό του ζώου. Με ένα πηρούνι πήραν μια μπουκιά αρνίσιο μυαλό και την έβαλαν (χωρίς να ρωτήσουν) στο πιάτο της.
Η κοπέλα τινάχτηκε πίσω τρομαγμένη. Παραπάτησε, σηκώθηκε και έφυγε τρέχοντας προς την αυλή, εκεί που ήταν παρκαρισμένα τα αυτοκίνητα. Μόνη της. Κάποιοι χασκογέλασαν. Κάποιοι άφησαν ένα σχόλιο που δεν άκουσα. Το αγόρι της, ατάραχο, συνέχισε να τρώει, σαν να μην έγινε τίποτα. Ελπίζω να τον χώρισε τον μαλάκα στο ίδιο δευτερόλεπτο που πάτησε το πόδι της πίσω στην πατρίδα της.
Το μόνο που κατάλαβα ήταν ότι κάτι είχε σπάσει μέσα μου. Κάτι δεν πήγαινε ΚΑΘΟΛΟΥ καλά, την ίδια στιγμή που όλοι έδειχναν τρισευτυχισμένοι, γλεντούσαν. Ήταν ίσως εκείνο ακριβώς το δευτερόλεπτο που έγινα ενήλικας και άρχισα να καταλαβαίνω τον κόσμο; Δεν ξέρω.
Σηκώθηκα ήσυχα, χωρίς λέξη, χωρίς να δημιουργήσω υποψίες. Προσποιήθηκα ότι πηγαίνω στην τουαλέτα. Βγήκα έξω και την έψαχνα. Την βρήκα μισοκρυμμένη ανάμεσα στα αυτοκίνητα, καθισμένη σε ένα πεζούλι, να κλαίει με αναφυλλητά. Τα χέρια στο πρόσωπο.
Στάθηκα μπροστά της, σε 2 μέτρα απόσταση. ´Ηρεμος, αμίλητος. Ένα τεράστιο ατσούμπαλο πλάσμα που μέχρι πριν μισό λεπτό ήξερε μόνο τον εαυτό του, έβλεπε ξαφνικά ένα άλλο ανυπεράσπιστο και αδύναμο πλάσμα να κλαίει. Δεν μίλησα, τι να έλεγα; Ούτε εκείνη ήξερε την γλώσσα μου, ούτε εγώ την δική της. Δεν την ακούμπησα, ούτε κινήθηκα προς το μέρος της. Ένας 11χρονος δεν ξέρει να μιλήσει με το σώμα του σε κανέναν, πόσο μάλλον σε μια 20χρονη. Σε αυτές τις ηλικίες, μια διαφορά ηλικίας των 9 χρόνων φαντάζει σαν αιώνας.
Στεκόμουν εκεί, θλιμμένος. Και μετά από λίγο είδα μπροστά μου το σουβλισμένο αρνί. Ένα άλλο αδύναμο και ανυπεράσπιστο πλάσμα που το χώρισαν από την μανούλα του για να το σφάξουν και να το σουβλίσουν. Χωρίς να φταίει σε τίποτα. Σε ΑΠΟΛΥΤΩΣ τίποτα.
Όλα αυτά εξ' αιτίας μιας γιορτής, για την οποία κάποιον τον σταύρωσαν, τον πότισαν χολή και ξύδι, τον σκότωσαν και αναστήθηκε.
Δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια μου. Δεν ήξερα καλά καλά το γιατί. Ένιωθα μόνο μια απέραντη θλίψη. Για την κοπέλα. Για το αρνί. Για εμένα. Ένα τεράστιο βάρος στους ώμους μου. Τίποτα δεν μου άρεσε γύρω μου. Και ήμουν πολύ άπειρος, πολύ ανόητος και πολύ ανίκανος να αλλάξω αυτά που δεν μου άρεσαν.
Κάποια στιγμή ήρθαν και μας μάζεψαν και τους δύο φυσικά. Δεν πολυθυμάμαι τι ακριβώς ακολούθησε. Ξέρω ότι αρνήθηκα να φάω το οτιδήποτε και μετά από λίγο φύγαμε για το σπίτι. Την κοπέλα δεν την ξαναείδα ποτέ, ούτε έμαθα τι απέγινε.
Είχα όμως μάθει ήδη πολλά.
- Μην εμπιστεύεσαι κανέναν. Ψάχνουν το αδύνατο του σημείο για να σε χτυπήσουν ακριβώς εκεί.
- Μην εμπιστεύεσαι ποτέ και τίποτα από μια γυναίκα που σου χαμογελάει και μοιράζει φιλάκια. Κατά 99,99% λέει ακριβώς τα αντίθετα πίσω από την πλάτη σου.
- Η "πατροπαράδοτη ελληνική φιλοξενία" είναι στην πραγματικότητα ένας κουβάς με σκατά
- Ποτέ μην μιλάς με γεμάτο στόμα. Ποτέ μην κάνεις θορύβους τρώγοντας. Είναι απαίσια αντιαισθητικό.
- Μάθε ξένες γλώσσες και γνώρισε ξένες κουλτούρες. Όσο περισσότερες, τόσο καλύτερα.
- Μάθε το σώμα σου. Μάθε να _μιλάς_ με το σώμα σου. Μάθε να επικοινωνείς με άλλα πλάσματα χωρίς να μιλάς (το χρειάστηκα χρόνια αργότερα, με τα ζώα).
- Σαράντα νοματαίοι που τρωγοπίνουν, γελάνε και τραγουδάνε ΔΕΝ είναι κάτι στο οποίο θα ήθελες να συμμετέχεις. Ποτέ.
- Ένα σουβλισμένο αρνί δεν έχει απολύτως καμία σχέση με μια θρησκεία που - άσχετο αν εσύ πιστεύεις ή όχι - υποστηρίζει ότι κυρήσσει την Αγάπη.
- Ένα σουβλισμένο αρνί ΔΕΝ είναι κάτι που σου αρέσει. Ούτε κρέας γενικότερα. Συνέχισα να είμαι κρεατοφάγος για 9-10 χρόνια ακόμα. Δεν αλλάζει κανείς αυτό που για όλους τους άλλους θεωρείται αυτονόητο μέσα σε μια μέρα. Χρειάστηκα χρόνια για αυτήν την διαδικασία. Έγινα χορτοφάγος στα 20-κάτι μου.
Καλώς ήρθατε στην Εφηβεία ;-)
Σαν έφηβοι, στο επόμενο επεισόδειο θα μιλήσουμε για το Σεξ...
2 σχολια:
Απόλυτα υπέροχο κείμενο, αγαπητέ!
Εγώ βέβαια δεν είχα την εμπειρία, σαν παιδί και έφηβος, του να φαίνομαι, μεγαλύτερος από τους άλλους, μια που το κορμί μου και στα 17 ακόμα φαινότανε για 12-13, και στα 12 για 8 😊 Αλλά ταυτίζομαι απόλυτα με το να μην ανήκει κανείς στην ομάδα στην οποία υποτίθεται ότι πρέπει να ανήκει. Η ομάδα μου ήταν πάντα πολύ μεγαλύτερη και πολύ πιο περιεκτική. Η ομορφιά, ηδονή ίσως, του να είναι κανείς μέρος της ανθρωπότητας, όχι μέρους ενός μέρους των ανθρώπων. «ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής, όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά»
Μου θύμησες και το Πάσχα του 1984 με οικογένεια και φίλους στους Αγίους Θεοδώρους, πριν τον Ισθμό, όταν ένας φίλος των γονιών μου προσέφερε το ανοιγμένο κεφάλι του αρνιού, με τα μάτια του και τα μυαλά του στην Γερμανικής καταγωγής Αμερικανίδα αρραβωνιαστικιά μου, λίγες βδομάδες πριν παντρευτούμε. Το ότι παντρευτήκαμε οφείλεται εν μέρη στην ντροπή που ένοιωσα για την διανοητική λειτουργία των συμπατριωτών μου όταν συνέβη αυτό, και την άμεση υποστήριξη στην αρραβωνιαστικιά μου, και σχετικά ευγενικές αλλά και ουσιώδεις παρατηρήσεις στον φίλο των γονιών μου. Και ντράπηκα τώρα σαν άνθρωπος που διάβασα ότι ο φίλος της Αγγλίδας δεν έδειξε να πήρε χαμπάρι ή να έκανε τίποτα να βοηθήσει την φιλενάδα του, που κατέληξε να κλαίει στο παρκινγκ, προφανώς επειδή την πλήγωσε η έλλειψη κατανόησης και συναισθηματικής υποστήριξης από πλευράς του επιλεγμένου από αυτήν συντρόφου της.
Όλο σου το κείμενο πραγματικά υπέροχο. Προσωπικά, και από την δική μου κατανόηση της υφής των τούβλων που χτίζουν επικοινωνία (τα τούβλα που χτίζουν επικοινωνία λέγονται «λέξεις», και η υφή τους βρίσκεται στο τι έννοιες υπαινίσσεται η ετυμολογία τους). Φερ’ ειπείν, η λέξη «άθεος». Προσωπικά δεν την χρησιμοποιώ ποτέ επειδή αφ’ ενός είναι αρνητική («α-» [άνευ]) και αφ’ εταίρου, ακουσίως δίνει υφή και βαρύτητα, αν όχι εγκυρότητα, στην λέξη «θεός» με το να την αρνείται. Όποτε με ρωτάει εμένα κανείς αν πιστεύω στον Θεό, του απαντώ παρακαλώντας τον να προσδιορίσει το νόημα που δίνει εκείνος, ή εκείνη, στην λέξη «θεός», ώστε να μπορέσω να του/της απαντήσω.
Από εκεί, επεκτείνομαι στην λέξη και νόημα «πίστη». Όλοι πιστεύουμε κάτι. Εγώ παραδείγματος χάριν πιστεύω ότι είμαι ένας τυχαίος γαλαξίας ατόμων που αποτελούνται από κουάρκς, και τα υλικά συστατικά της αντιληπτής οντότητάς μου χτίστηκαν τυχαία μέσα σε τεράστια αστέρια πριν δισεκατομμύρια χρόνια. Αυτή είναι η πίστη μου, εξηγώ. Και μετά ρωτάω τι σημαίνει «θρησκεία» αν όχι πίστη. «Θρησκεία είναι πολιτιστικό σύστημα σχεδιασμένων ηθών, συμπεριφορών, απόψεων και καθημερινών πρακτικών…». η λέξη θρησκεία ετυμολογείται από τη λέξη Θρήσσα-Θρήσσαι, δηλαδή από τις μυημένες στα Καβείρια μυστήρια θράκισσες γυναίκες που καταλαμβάνονταν από ενθουσιασμό και ιερή μανία. Ιερό σημαίνει κάτι που αντιμετωπίζεται με σεβασμό και δέος. Η κοσμπλογία μου δημιουργεί απόλυτο δέος και θεωρώ την επιστήμη θρησκεία μου. Η λέξη Θεός έχει έννοια εντελώς αφηρημένη και υποκειμενική. Γιατί να μην θεωρήσουμε, μεταφορικά και ποιητικά, ότι το Σύμπαν είναι ο/η «θεός»…
Το κάθε τι έχει υποκειμενικά στοιχεία και θετικά και αρνητικά, αντιληπτά διαφορετικά από τον κάθε ένα. Όταν βλέπω μια μηδενισμένη και αποτυχημένη κοινωνία να πιστεύει ειλικρινά ότι είναι οι εξυπνότεροι και σοφότεροι από όλες τις άλλες κοινωνίες, αναρωτιέμαι μήπως εκείνοι που πιστεύουν ότι είναι οι εξυπνότεροι όλων είναι στην πραγματικότητα οι πιο ηλίθιοι, όλων.
Περιμένω την ανάρτηση για το σεξ! Έφηβος που είμαι (στην καρδιά) 😊
ΥΓ. Πολύ θέλω να συζητήσω το μέρος του κειμένου που έχει να κάνει με το τι τρώμε αλλά αυτό είναι πολύ πολύπλοκο και υποκειμενικό για να χωρέσει σε σχόλιο. Ίσως να το κάνω σε δική μου ανάρτηση 😊 Άλλωστε, πρώτα στην θάλασσα και μετά στην ξηρά, η Ζωή υπήρχε πρώτα ως φυτά και αρκετά αργότερα ως ψάρια και ζώα. Που τραβά κανείς την διαχωριστική γραμμή κάτω της οποίας θεωρούμε ότι είναι Ο-Κέη να τρώμε οργανισμούς που ήταν/είναι ζωντανοί;
Post a Comment